Παρασκευή, Νοεμβρίου 09, 2007

ΟΛΑ ΕΝΑ ΨΕΜΑ (10)

Käthe Kollwitz, Οι επιζήσαντες, 1923.

25 Μαρτίου


* Ίτε παίδες Ελλήνων!
Άλλη μία παρωδία εορτασμού εθνικής εορτής στην Burgshalle.

Και ερωτώ:
-Γιατί φοράμε τα καλά μας, ω μήτερ;
- Για να σκεπάζουμε επιμελώς τα κακά μας, ω τέκνον μου. Όπως λέμε : Ντύνω το παιδί μ’ Αρμάνι, για να μη φαίνεται τσογλάνι.
****
* Πέτρε, ω Πέτρε , πάλιν τον πανηγυρικόν εξεφώνησας , πάλι τον νουν απώλεσας!




ΟΛΑ ΕΝΑ ΨΕΜΑ

10


Το μάθημα αποδείχτηκε αποτελεσματικό αντίδοτο στο δηλητήριο της απαισιοδοξίας που κυκλοφορούσε από την προηγούμενη μέρα στον εγκέφαλό του . Η υποδοχή που επιφύλαξε στον Κρητικό το τμήμα Θεωρητικής Κατεύθυνσης της Γ΄ Τάξης πήρε τη μορφή μικρού θαύματος.
Ως παλαιά πλέον όρνιθα της ελληνικής εκπαίδευσης, ο Πέτρος ξέρει πολύ καλά ότι ο Σολωμός δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στο μαθητόκοσμο. Από τη μεριά του ο συγγραφέας γνωρίζει επίσης πόσο νευρικά κι ανόρεχτα διδάσκει πια ο ήρωάς του τον εθνικό μας ποιητή, κυρίως επειδή σιχαίνεται την έλλειψη ενδιαφέροντος που καθρεφτίζεται στο βλέμμα των μαθητών αλλά και την αφόρητη νεκρική σιωπή που επικρατεί στην τάξη, όσες φορές επιχειρεί να δελεάσει με κάποια ψήγματα καθαρού σολωμικού χρυσού ημιάγρια όντα που εντυπωσιάζονται από καθρεφτάκια και ψεύτικες χάντρες.

Από τα πρώτα χρόνια της εκπαιδευτικής του καριέρας δεν έτρεφε καμιάν εμπιστοσύνη στη διδακτική του επάρκεια . Τα λόγια ενός πρεσβύτη καθηγητή στη Φιλοσοφική Σχολή, που εξακολουθεί να αναφέρει συχνά πυκνά, του κόβουν μερικές φορές ακόμα και σήμερα τα πόδια λίγο πριν μπει στην τάξη: ”Αγαπητοί μου, μην ξεχνάτε ποτέ ότι δεν υπάρχουν ούτε ανιαρά μαθήματα ούτε κακοί μαθητές ,αλλά μόνο ανιαροί δάσκαλοι…”.
Παρ’ όλη όμως την ανασφάλειά του ή ενδεχομένως λόγω αυτής , είναι καλός νεοελληνιστής. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν ένα πρωτότυπο μεταπτυχιακό που έχει εκπονήσει στον τομέα της συγκριτικής λογοτεχνίας , αρκετά κριτικά σημειώματα σε λογοτεχνικά περιοδικά της πρωτεύουσας και οι τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές του συλλογές, που μπορεί μεν να τον ξετίναξαν οικονομικά , προσείλκυσαν όμως το ενδιαφέρον των κριτικών. Η τρίτη μάλιστα από αυτές , με τον τίτλο Δελτίο καλού καιρού , τιμήθηκε με το βραβείο κάποιας λογοτεχνικής παρέας, απ' αυτές που συνήθως συνεδριάζουν σε ταβέρνες με ειδικότητα τον μπακαλιάρο σκορδαλιά και τη φάβα.
Σ’ αυτήν την περίοδο της ζωής του δεν πρέπει να παραλείψουμε βέβαια και κάποιες υπερβολές . Επικεφαλής , λόγου χάρη, ενός συφοριασμένο σχολικού Λογοτεχνικού Ομίλου κουβαλούσε επί τινι διαστήματι τους δύσμοιρους μαθητές του στα λογοτεχνικά στέκια και στις παραδόσεις ενός θορυβοποιού πανεπιστημιακού , τον οποίο θεωρούσε αυθεντία ενώ πολλοί άλλοι στριμμένο και ακατάληπτο, και έβγαζε, με έξοδα του Συλλόγου Γονέων, ένα ετήσιο φυλλάδιο με μαθητικά πρωτόλεια που δε διεκδικούσαν ασφαλώς δάφνες ποιότητας .
Δεν άργησε να συνέλθει από την αφελή ψύχωση που τον είχε καταλάβει , προς μεγάλη ανακούφιση των γονέων, που έβλεπαν με απόγνωση τα παιδιά τους να επιδίδονται μετά μανίας στο σπορ του συγγραφικού αυνανισμού και να ονειρεύονται βραβεία Νόμπελ Λογοτεχνίας . Στη μεταστροφή του αυτή συνέβαλε και ο γάμος του με την Αρετή , η οποία του τραβούσε τα γκέμια κάθε φορά που τον έπιαναν τέτοιου είδους παροξυσμοί.
Ενός όμως καλού μύρια κακά έπονται . Από τη στιγμή που κατέκτησε την ερωτική του Μούσα, τον εγκατέλειψε, φευ, η ποιητική και το μόνο που του απέμεινε ήταν τα η ενασχόληση με τα αυστηρά διδακτικά του καθήκοντα , που τα ασκούσε με άκρα ομολογουμένως ευσυνειδησία. Αγνοώντας πεισματικά τη χαβαλεδιάρικη ατμόσφαιρα του ελληνικού σχολείου, έστρεψε την προσοχή του στο να κάνει προσπελάσιμα στους μαθητές τα λεγόμενα απαιτητικά κείμενα, αυτά που συνήθως οι συνάδελφοι του αποκαλούν στρυφνά και οι μαθητές κοινώς μαλακίες.
Μελέτησε τεράστιους ποσότητες θεωρίας της λογοτεχνίας , έγινε αυθεντία στις σχολές ανάλυσης των λογοτεχνικών κειμένων. Στην αρχή κόντεψε να τρελαθεί από το χάος που επικρατεί διεθνώς στον τομέα αυτό. Ακραίες θεωρίες δήθεν ειδικών , εννοιολογική σύγχυση, βαρύγδουπες κενολογίες και καμπανιστά στερεότυπα πανεπιστημιακών «ειδημόνων», γενικώς ποζάτη ακαταληψία και ερμητισμός…
Με τα πολλά κατάφερε να βάλει κάποια τάξη στον κυκεώνα των αλληλοσπαρασσόμενων απόψεων μέσα στο μυαλό του και προχώρησε στις εφαρμογές των θεωριών εκείνων που παρουσίαζαν κάποιο διδακτικό ενδιαφέρον. Εξοντωτική προετοιμασία μαθημάτων και χρησιμοποίηση όλων των μεθόδων της Ειδικής Διδακτικής . Του κάκου! Έχασε τον κόπο και το λάδι του, όπως έλεγαν οι Λατίνοι. Γρήγορα διαπίστωσε ότι τα ηρωικά ξενύχτια πήγαιναν στράφι, αποδεικνύονταν ασκήσεις επί χάρτου, αγαθές προθέσεις με ισχνό αποτέλεσμα , αφού αδυνατούσε να απογειώσει την τάξη, να μεταδώσει στους μαθητές την αύρα ενός κειμένου του Σολωμού, του Σεφέρη, του Ελύτη... Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Σολωμού το πράγμα έπαιρνε διαστάσεις πανωλεθρίας. Υπήρχαν φορές που νόμιζε ότι έκανε μάθημα σε ακροατήριο κοιμώμενων παπαγάλων.
Γύριζε στο σπίτι καταπτοημένος. Άλλοτε τα έβαζε με το σύστημα, άλλοτε κατηγορούσε με ανηλεή σφοδρότητα τον εαυτό του. Μουρμούριζε συχνά το στίχο του Βάρναλη "Πού είσαι νιότη που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος" και τσακωνόταν για ψύλλου πήδημα με την Αρετή και την αδιανόητη στάση της να κριτικάρει αυστηρά την τελειομανία του. Τον κυρίεψε ένα αίσθημα μιζέριας, μια τάση μαζοχιστικής αυτοαποδόμησης.. .
Συνέτεινε βέβαια και το κλίμα της εποχής. Ήταν τότε που κάτι ντενεκέδες ξεγάνωτοι διέλυαν συστηματικά την εκπαίδευση πιπιλώντας την καραμέλα περί σοσιαλιστικού εκσυγχρονισμού , ενώ το κύριο μέλημά τους ήταν να κόψουν την ουρά όλων των αλεπούδων, εν άλλοις λόγοις "κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα κι όποιον πάρει ο χάρος". Προσπάθειες όπως οι δικές του θεωρούνταν ελιτίστικες . «Η ουσία μάς ενδιαφέρει»,τόνιζαν οι πρώτοι ζιβαγκοφορούντες σύμβουλοι που εισέβαλαν στα σχολεία, «κι όχι η θεωρία!». «Από την πολλή ουσία χάσαμε τη συνουσία!», χλεύαζε βγαίνοντας από τα φαφλατάδικα σεμινάριά τους.
Με αυτά όμως και με τούτα πελάγωσε . Άρχισε να σκέφτεται σοβαρά να παρατήσει την Εκπαίδευση και να πάει μετανάστης στην Αυστραλία κοντά σ’ ένα θείο του , έμπορο αυτοκινήτων. Όσο μακρύτερα τόσο καλύτερα. Να μη βλέπει και να μην ακούει τίποτα για τον κωλότοπο με την ταμπέλα Ελλάς.

Η Αρετή τον κράτησε στην πατρίδα. « Δε θα γίνουμε ριψάσπιδες, αφήνοντας μερικούς αγράμματους κομπλεξικούς να διαλύσουν τα πάντα…», του είπε σε έξαλλη κατάσταση πετώντας το μπολ με τη αγγουροντομάτα στο πάτωμα, όταν μια μέρα της ανακοίνωσε το απονενοημένο σχέδιό του και της ζήτησε να τον ακολουθήσει. Η αποφασιστικότητά της του στύλωσε το ηθικό , τον συμφιλίωσε με τον ανασφαλή εαυτό του, που μέχρι τότε του μαύριζε διαρκώς το μάτι. Όσο για το πρόβλημά του ακολούθησε τη συμβουλή της, να το συζητήσει δηλαδή ανοιχτά και με άλλους, σοβαρούς συναδέλφους , επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά την παροιμιώδη απάντηση της Κασσιανής στον υπερφίαλο αυτοκράτορα, απάντηση που ως γνωστόν την έστειλε στο μοναστήρι, ότι "εκ γυναικός ερρύει τα κρείττω". Διαπίστωσε έκπληκτος ότι κι εκείνοι αντιμετώπιζαν τις ίδιες δυσκολίες , μόνο που αυτοί τις πάλευαν με υπομονή , προτέρημα άγνωστο σ’ αυτόν . Ανάσανε. Δεν ήταν τυχαίοι φιλόλογοι οι συνάδελφοί του, αλλά προσγειωμένοι μαστοράντζες, με γερό φιλολογικό οπλισμό και πλούσια πείρα.
Γαλήνεψε οριστικά . Σαν να του έφυγε ένα βάρος από την ψυχή.

Άλλαξε φιλοσοφία , άλλαξε και τακτική. Άρχισε εφεξής να ξεχωρίζει την ήρα από το σιτάρι . Τέρμα με τον περφεξιονισμό , που του έτρωγε τα σωθικά. Έστρεψε τις προσπάθειές του αποκλειστικά στην πρόκληση του ενδιαφέροντος των μαθητών και στην ανάφλεξη της διάθεσής τους για μιαν πιο ενεργητική συμμετοχή στο μάθημα . Ούτε λόγος πια για κοινή μέθεξη ή για βιωματική μετακένωση και παρόμοιες μπούρδες , που τσαμπουνούσε έως τότε. Με τα πολλά ωρίμασε κι αυτός.
Εκείνο όμως το μουντό οκτωβριανό πρωινό , ενώ το χιόνι έπεφτε αδιάκοπα στον αύλειο χώρο του μικρού Ελληνικού Λυκείου της πόλης Χ. της Γερμανίας και το θερμόμετρο έδειχνε δέκα βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν, καθώς διήνυε τη δεύτερη διδακτική ώρα έχοντας την καρδιά βαριά από την πάλη που έδινε η γυναίκα του με τον άγγελο του θανάτου, συνέβη το ανήκουστο: ο Πέτρος Παραλίκας δίδαξε τον Κρητικό του Σολωμού και τα πήγε μια χαρά!
Μαζί με τον Πέτρο εχάρη χαράν μεγάλην και ο συγγραφέας , που θα προσπαθήσει να σας δώσει απτά δείγματα μιας καλής φιλολογικής τεχνικής, όχι για να εξυψώσει ντε και καλά στα μάτια σας το πνευματικό του τέκνο, αλλά κυρίως για να υπερασπίσει τη φιλολογική επιστήμη, μια τέχνη σφόδρα αδικημένη , διαβόητη θα έλεγα, αν λάβουμε υπόψη ότι , όσες φορές αναφερόμαστε σε απόψεις κενές περιεχομένου, τις αποκαλούμε ελαφρά τη καρδία φιλολογίες.
Η πρώτη λοιπόν ώρα αναλώθηκε με στοιχειώδεις βιογραφικές πληροφορίες για τον ποιητή, το γεωγραφικό και το ιστορικό τους πλαίσιο, και έκλεισε με την ανάγνωση του ποιήματος . Πρόσεξε ιδιαίτερα να μη βαρύνει με στόμφο τα σημεία που προσφέρονται για φορτισμένη απαγγελία. Έγραψε το θέμα του ποιήματος στον πίνακα και ζήτησε από τους μαθητές να εντοπίσουν τις βασικές του ενότητες.
Τη δεύτερη ώρα έριξε τους μαθητές του στα βαθιά νερά.
Απ’ ό,τι γνωρίζω, ο Πέτρος εφάρμοσε για πρώτη φορά τη μέθοδο Greimas, όπου οι μαθητές αναζητούν πρώτα τις ισοτοπίες του ποιήματος και ύστερα τις ταξινομούν, διατυπώνουν το αφηγηματικό μοντέλο του κειμένου και, παίζοντας τους κλέφτες και τους αστυνόμους, φτιάχνουν το δραματικό του μοντέλο. Στην περίπτωσή μας το ενδιαφέρον τους υπήρξε έντονο. Τα παιχνιδάκια με τη σημειωτική ορολογία και τεχνική τούς φάνηκε τόσο διασκεδαστικό , ώστε , χωρίς να το καταλάβουν , παρασύρθηκαν και άρχισαν να αναζητούν μετά πάθους ήρωες, αντίμαχους, μαγικά μέσα και τα παρόμοια.

Ο ήρωάς μας , ενθαρρυμένος από τη θερμή ανταπόκρισή τους, τόλμησε να τους προτείνει να συνεχίσουν την ανάλυση του Κρητικού και την επόμενη ώρα, να θυσιάσουν δηλαδή το μάθημα της ιστορίας. Έκπληκτος άκουσε τις ζωηρές επιδοκιμασίες τους. Θρίαμβος!
Την τρίτη ώρα η τεχνική προσπέλασης του ποιήματος άλλαξε και εφαρμόστηκε η παραδοσιακή μέθοδος ερμηνείας των κειμένων. Για όσους δυσκολεύονται να κατανοήσουν τον όρο «παραδοσιακή μέθοδος», το πιο απλό είναι να θυμηθούν τι έχουν τραβήξει οι ίδιοι στο σχολειό από τους αυτοσχεδιασμούς καθηγητών που λες και τους έχει τσιμπήσει ο οίστρος θέτουν ρητορικές ερωτήσεις στους σαστισμένους μαθητές με ύφος μουσολινικό , χειρονομούν με έξαψη και κάνουν χορευτικά πηδηματάκια σαν ηθοποιοί της Κομέντια ντελ Άρτε.
Ο Πέτρος επέλεξε τους τελευταίους στίχους του ποιήματος και τους ξαναδιάβασε με συγκινησιακή φόρτιση:

Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος
Μ΄ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ’μπει δεν ημπόρει
Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά , κι η κόρη΄
Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
Τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω.
Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου,
Που εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου΄
Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη,
Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.

Τονίζοντας την αντίληψη περί διχασμού της σάρκας από την ψυχή , που διατρέχει το σώμα της αρχαίας ελληνικής αλλά και της δυτικής φιλοσοφίας, υπενθύμισε τη σχετική πλατωνική θεωρία.
Στο σημείο αυτό ο μαθητής Γιάννης Νικολάου πετάχτηκε από τη θέση του , για να παρατηρήσει βλοσυρά ότι «το δίπολο Σάρκα - Ψυχή είναι ένα ιδεολόγημα , που βολεύει τη μεγαλοαστική τάξη , για να νομιμοποιεί την κυριαρχία της πάνω στο λαό, ο οποίος εθίζεται έτσι να πιστεύει σε τέτοιες βλακείες στο όνομα της αγιοποιημένης παράδοσης». « Επομένως» , κατέληξε κοιτώντας τον Πέτρο επιθετικά , «μπορούμε να αντιληφθούμε ξεκάθαρα την επικίνδυνη ιδεολογική σύγχυση του ποιητή, γεγονός που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να το θεωρήσουμε σοβαρή αδυναμία του ποιήματος».
Ο Νικολάου είναι το πρότυπο του καλού μαθητή, αλλά μερικές φορές γίνεται μέγας σπασαρχίδης για τους καθηγητές του. Καταβάλλει ομολογουμένως συγκινητική προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης, προσπάθεια που δεν εξαντλείται στις τυπικές σχολικές του υποχρεώσεις. Έχει διαβάσει όλα τα βιβλία που διαθέτει η σχολική βιβλιοθήκη και ξεχωρίζει αισθητά από τους υπόλοιπους μαθητές για την πολυμάθεια και το οξύ κριτικό του πνεύμα. Σημειωτέον επιπλέον ότι είναι το μοναδικό παιδί μιας εργατικής οικογένειας, που περνά δύσκολες στιγμές λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη Γερμανία , και γι' αυτό έχει βάλει ως στόχο να περάσει στο Πολυτεχνείο και σε λίγα χρόνια να στείλει σε πρόωρη σύνταξη τους άνεργους γονείς του. Φυσικά , τα αριστεία που παίρνει κάθε χρόνο στο σχολείο εγγυώνται την είσοδό του στο Πανεπιστήμιο. Όμως η ιδεολογική του ακαμψία τον κάνει αντιπαθητικό στους συμμαθητές του και στους καθηγητές , ιδιαίτερα στο θεολόγο, που συχνά παραπονιέται για τις «θρασείες ερωτήσεις» του .
Η Αρετή συμπαθούσε το Νικολάου. Συζητούσε συχνά με τον Πέτρο τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Κάποια φορά παραλλήλισε το Γιάννη με τον ήρωα του Θεοτοκά στην Αργώ, το Δαμιανό Φραντζή : ίδια δίψα για τα γράμματα , ίδια οργή για την κοινωνική και πολιτική αθλιότητα.
- Μην ξεχνάς όμως την τραγική κατάληξη…, αντέτεινε ο άντρας της.
- Ο Γιάννης δεν είναι φανατικός . Θα βρει το δρόμο του. Οι καιροί έχουν αλλάξει. Εξάλλου το σύστημα δε θα αφήσει να του ξεφύγει τέτοιο λαβράκι. Σε λίγα χρόνια θα τον έχει καμακώσει. Ας ευχηθούμε να μην του κλέψει και τη συνείδηση . Άσ’ τον να χαρεί την ηρωική του περίοδο ,τώρα που βράζει το αίμα του. Είναι προτιμότερος με το παλαιομοδίτικο κόκκινο σκουφί του επαναστάτη , παρά μαστούρης ή νερόβραστος αφασικός με τρυπημένα αυτιά και καρφιά στη γλώσσα.
Ο Πέτρος αντιμετώπισε ψύχραιμα την πρόκληση του μαθητή. Δεν αρνήθηκε τον ιδεαλισμό του Σολωμού. « Ίσα ίσα ο Σολωμός είναι εκ πεποιθήσεως ιδεαλιστής», είπε χαμογελώντας στο Νικολάου . "Στον Κρητικό του συναντιέται με τις ιδέες του Πλάτωνα, αλλά η συνάντηση αυτή γίνεται μέσα σε ένα χριστιανικό περιβάλλον. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει το γεγονός ότι ο σολωμικός ιδεαλισμός είναι αντικειμενικός, δεν έχει δηλαδή σχέση με τον υποκειμενικό ιδεαλισμό του Καρτέσιου. Γνωρίζεις , υποθέτω , τη διαφορά ανάμεσα στα δύο αυτά είδη υποκειμενισμού από το μάθημα της Φιλοσοφίας».
Στράφηκε απότομα προς τους άλλους μαθητές: « Ο συμμαθητής σας χαρακτήρισε τον ιδεαλισμό του Σολωμού επικίνδυνο ιδεολόγημα. Σέβομαι την άποψή του . Όμως οφείλω να τονίσω το πόσο εξίσου επικίνδυνο είναι να κρίνουμε με αυτόν τον τρόπο την Τέχνη. Αν δεν απατώμαι, κάτω από αυτή την άποψη κρύβεται το γνωστό επιχείρημα ότι ένα έργο το κρίνουμε με βάση το περιεχόμενό του , τις ιδέες δηλαδή που προβάλλει» . Γυρίζοντας απότομα πάλι στο Νικολάου:
- Γιάννη, θέλω να μου πεις με ειλικρίνεια αν σου άρεσε το απόσπασμα που κάναμε σήμερα..
- Μου άρεσε!, απάντησε ο νεαρός χωρίς δισταγμό. Ανεξάρτητα όμως από αυτό , εγώ εμμένω στη θέση μου περί σοβαρής ιδεολογικής αδυναμίας του ποιητή.
- Κι εγώ κρατάω μετά χαράς τη δήλωσή σου ότι σου άρεσε το ποίημα. Αυτό σημαίνει ότι οι ιδεολογικές σου απόψεις δεν αδικούν το έργο τέχνης. Αυτό είναι που μετράει. Επί τη ευκαιρία , ας ξαναθυμηθούμε το βασικό κανόνα προσέγγισης ενός έργου Τέχνης : το καλλιτέχνημα κρίνεται ουσιαστικά μέσα από τη μορφή του. Αυτό που κάνει , λόγου χάρη, ένα ποίημα να λειτουργεί σαν Ποίημα δεν είναι το τι λέει, αλλά κυρίως το πώς το λέει ο ποιητής. Ξέρεις γιατί σου άρεσε ο Σολωμός; Επειδή σε αισθητικό επίπεδο λειτούργησες ως ώριμος αναγνώστης, δηλαδή απροκατάληπτα. Ύστερα όμως ήρθε ο ιδεολογικός έλεγχος του περιεχομένου του και περιόρισε την αισθητική απόλαυση, κοινώς την καπέλωσε.
Το ρολόι της τάξης έδειχνε ότι ο χρόνος που είχε στη διάθεσή του τελείωνε. Επωφελήθηκε από τη σιωπή του Νικολάου για να αναφερθεί επί τροχάδην στο ρόλο της φύσης στο σολωμικό έργο και στο διπρόσωπο χαρακτήρα της , γεγονός που οδηγεί τον ήρωα στην ήττα, αφού τελικά αποτυγχάνει να σώσει την αγαπημένη του…
Ένα λεπτό πριν χτυπήσει το κουδούνι έκοψε απότομα το μονόλογό του και πλησίασε το παράθυρο και άφησε το βλέμμα να παρασυρθεί από τις εικόνες του δρόμου, τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν με δυσκολία στον παγωμένο δρόμο και τις πυκνές νιφάδες στροβιλίζονταν χαριτωμένα από πάνω τους .
Ο συγγραφέας , στο σημείο αυτό , ζητά συγγνώμη από τους αναγνώστες , αλλά αντικρίζοντας και ο ίδιος πάνω από τον ώμο του ήρωά του το ελεεινό θέαμα των καυσαερίων από τα τροχοφόρα και τον πυκνό καπνό από το φουγάρο της παρακείμενης βιομηχανίας πλαστικών, μαζί με τους βιαστικούς πεζούς που ξεπρόβαλλαν από το πουθενά σαν φιγούρες του Μουρνάου , ομολογεί ότι προς στιγμήν έπεσε κι αυτός στο συναισθηματικό λάκκο που είχε σκάψει για τον ρέποντα εκείνη τη στιγμή στην κατάθλιψη ήρωά του.
Ευτυχώς που το κουδούνι θρυμμάτισε τη στενόχωρη σιωπή που είχε αγκαλιάσει την τάξη . Οι μαθητές, μελίσσι που βουίζει, ξεχύθηκαν στο διάδρομο , βγήκαν στην αυλή και όρμησαν στους σωρούς του αφράτου χιονιού, για να αφήσουν τη φύση τους να βοσκήσει λίγη ελευθερία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: